Η έννοια του «επαγγελματικού στελέχους» σε ένα πολιτικό κόμμα προέρχεται από το ΚΚΕ, όπου άτομα με αποκλειστική απασχόληση στην πολιτική εργασία λαμβάνονταν μισθοί. Αυτοί οι μισθοί δεν ισοδυναμούσαν με πολυτέλειες, αλλά ήταν κοντά στον μέσο μισθό ενός εργάτη.
Η μισθολογική εξάρτηση των κομματικών στελεχών άρχισε να επεκτείνεται στο ΠΑΣΟΚ το 2001, όταν ο Κώστας Λαλιώτης, με εντολή του Σημίτη, ενέταξε στο κομματικό μισθολόγιο μέλη του Εκτελεστικού Γραφείου. Υπό την ηγεσία του Γ. Παπανδρέου, οι μισθοδοσίες επεκτάθηκαν και σε άλλα πρόσωπα του στενού του περιβάλλοντος.
Στη σημερινή εποχή, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Κασσελάκης, ανέφερε δημοσίως ότι υπάρχουν 50 μέλη της Κεντρικής Επιτροπής που πληρώνονται από το κόμμα, χωρίς να δώσει λεπτομέρειες για τις αμοιβές ή την αιτιολόγησή τους. Παράλληλα, καμία αντίδραση δεν έχει παρατηρηθεί από αξιωματούχους του κόμματος, περιλαμβανομένης της Γραμματέως του ΣΥΡΙΖΑ, σχετικά με την αλήθεια των δηλώσεών του.
Ο ρόλος αυτών των στελεχών είναι κομβικός, καθώς επηρεάζουν αποφάσεις που σχετίζονται με τον ίδιο τον Κασσελάκη. Σημαντικό είναι το γεγονός ότι ένα κομματικό στέλεχος, ειδικά σε αριστερές πολιτικές οργανώσεις, δεν θα έπρεπε να αμείβεται για την πολιτική του δράση, καθώς κάτι τέτοιο εγείρει ηθικά και πολιτικά ζητήματα.
Η διαχείριση των κρατικών επιχορηγήσεων και των εισφορών των κομμάτων δεν ενδιαφέρει απαραίτητα την ευρύτερη κοινωνία, αλλά σίγουρα απασχολεί τα μέλη και τους ψηφοφόρους του κόμματος. Είναι κρίσιμο να διαχωρίζεται η πρόσληψη τεχνοκρατών από τη χρηματοδότηση κομματικών παραγόντων. Αν το κόμμα ξοδεύει πόρους σε μισθούς και παροχές, εκείνη τη στιγμή χαλιναγωγείται η ουσία της πολιτικής δράσης.
Τελικά, η πολιτική δραστηριότητα υπήρξε πάντα εθελοντική. Όποιος επιλέγει να συμμετάσχει και να εξελιχθεί μέσα σε ένα κόμμα το κάνει για να υπηρετήσει την ιδεολογία του. Αν η δράση αυτή συνοδεύεται από οικονομικά οφέλη, τότε και η πολιτική και η ιδεολογία υποβαθμίζονται σε κάτι φτηνό.
Πηγή: documentonews.gr