Συνήθως, οι ανακαλύψεις στον τομέα της παλαιοντολογίας επικεντρώνονται σε μεγάλα προϊστορικά ζώα, όπως οι δεινόσαυροι, και είναι σπάνιες οι περιπτώσεις απολιθωμάτων μικρόσωμων θηλαστικών. Η ανακάλυψη ενός άγνωστου μικρού θηλαστικού, που ονομάστηκε Heleocola piceanus και ζούσε στους «προϊστορικούς βάλτους» της Κρητιδικής περιόδου, έχει ενθουσιάσει την επιστημονική κοινότητα.
Η δημοσίευση της ανακάλυψης αυτής εμφανίστηκε στο περιοδικό PLOS ONE και προήλθε από μια ομάδα παλαιοντολόγων με επικεφαλής την Τζέιλιν Έμπερλε από το Πανεπιστήμιο Μπόλντερ στο Κολοράντο. Το μικρό απολίθωμα που αναλύθηκε περιλάμβανε τρεις γομφίους και ένα κομμάτι γνάθου, και βρέθηκε κοντά στην πόλη Ρέιντζλι στο βορειοδυτικό Κολοράντο. Το απολίθωμα ανακαλύφθηκε το 2016 από τον παλαιοντολόγο Τζον Φόστερ και είχε μήκος περίπου 3 εκατοστά.
Η ανάλυση δείχνει ότι το απολίθωμα χρονολογείται στα 70-75 εκατομμύρια χρόνια πριν, בתק période όπου κυριαρχούσαν οι γιγάντιοι τυραννόσαυροι. Σύμφωνα με τις έρευνες, το Heleocola piceanus φαίνεται να ήταν εξαιρετικά μεγάλο για τα δεδομένα των θηλαστικών της εποχής, με βάρος περίπου 1 κιλό. «Ενώ τα περισσότερα θηλαστικά τότε είχαν το μέγεθος ενός ποντικιού ή ενός αρουραίου, το Heleocola είχε σωματική μάζα παρόμοια με αυτή ενός σύγχρονου μοσχοπόντικου», δήλωσε η επικεφαλής της μελέτης.
Η ανακάλυψη αυτή ανατρέπει προηγούμενες θεωρίες σχετικά με τα μικρά θηλαστικά της ύστερης Κρητιδικής περιόδου, καθώς αποδεικνύει ότι ορισμένα είδη ήταν μεγαλύτερα απ’ ό,τι φαντάζονταν οι επιστήμονες. «Το Κολοράντο είναι ιδανικό για ανακαλύψεις απολιθωμάτων, αλλά τα θηλαστικά αυτής της περιόδου είναι σπάνια», τόνισε η Έμπερλε.
Κατά την εποχή που ζούσε το Heleocola piceanus, η Βόρεια Αμερική ήταν χωρισμένη σε δύο ηπείρους μέσω μιας «εσωτερικής θάλασσας» που εκτεινόταν από τον Αρκτικό Ωκεανό μέχρι τον Κόλπο του Μεξικού. Το ανατολικό Κολοράντο βρισκόταν κάτω από ρηχά νερά ενώ το δυτικό είχε υγροβιότοπους και δέλτα ποταμών. Στην ίδια περιοχή ζούσαν προϊστορικά είδη, όπως χελώνες και γιγάντιοι κροκοδείλοι.
Ο όρος «Heleocola» στο όνομα του είδους προέρχεται από τη λατινική λέξη για «κάτοικος των βάλτων». Οι αναλύσεις των δοντιών υποδεικνύουν ότι το ζώο τρεφόταν κυρίως με φυτά και μικρά έντομα. Η ανακάλυψη αποκτά σημασία διότι μπορεί να μας δώσει πολύτιμα στοιχεία για την εξέλιξη των θηλαστικών και την οικολογία της εποχής εκείνης.
Πηγή: documentonews.gr