Διαδηλώσεις στις Ισπανικές πόλεις για τη μείωση των ωρών εργασίας και την παραγωγικότητα

Διαδηλώσεις στις Ισπανικές πόλεις για τη μείωση των ωρών εργασίας και την παραγωγικότητα

Τα συνδικάτα στην Ισπανία οργανώνουν διαδηλώσεις με στόχο την επιβολή μιας συμφωνίας ανάμεσα στην κυβέρνηση και τους επιχειρηματίες σχετικά με τη μείωση των ωρών εργασίας. Οι εργοδότες εμφανίζονται ανήσυχοι, πιστεύοντας ότι αυτό θα καθιστούσε τους υπαλλήλους τους «ακριβότερους» στο κόστος.

Η κυβέρνηση του Πέδρο Σάντσεθ προτείνει τη μείωση της εργασίας κατά 2,5 ώρες από την τρέχουσα 40ωρη εβδομάδα, με την ελπίδα ότι αυτό θα οδηγήσει σε αύξηση της παραγωγικότητας. Ο πρώην επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Μάριο Ντράγκι, τόνισε πρόσφατα ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλει να κλείσει το χάσμα παραγωγικότητας με τις ΗΠΑ και την Κίνα.

Για να κερδίσει τη στήριξη των εργοδοτών, η κυβέρνηση προσφέρει μπόνους στους ιδιοκτήτες μικρών επιχειρήσεων, ώστε να αντισταθμίσουν τη μείωση της εργασίας, διατηρώντας ταυτόχρονα το ίδιο επίπεδο υπηρεσιών. Η Μαδρίτη έχει τη δυνατότητα να εγκρίνει τη μείωση αυτή πριν το τέλος του 2024, χωρίς να απαιτείται ομοφωνία.

Η πρόταση υπολογίζει την εργάσιμη εβδομάδα σε ετήσια βάση, επιτρέποντας στους εργαζόμενους σε τομείς με δύσκολες βάρδιες, όπως η φιλοξενία, να συγκεντρώνουν ώρες εργασίας που θα μπορούν να «εξαργυρώνονται» αργότερα σε άδεια. Σύμφωνα με την Eurostat, η μέση εργάσιμη εβδομάδα στην Ισπανία ήταν 36,4 ώρες το 2023, ελαφρώς πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ, που είναι 36,1 ώρες.

Η υπουργός Εργασίας, Γιολάντα Ντίαζ, υποστηρίζει ότι η μείωση των ωρών εργασίας θα βελτιώσει την παραγωγικότητα, ένα τομέα στον οποίο η Ισπανία παραδοσιακά υστερεί σε σχέση με τους άλλους Ευρωπαίους εταίρους της. Παρόλα αυτά, οι επιχειρηματίες ανησυχούν για τις συνέπειες, πιστεύοντας ότι οι υπάλληλοί τους θα εργάζονται λιγότερες ώρες χωρίς καμία αύξηση μισθού.

Η εμπειρία άλλων χωρών σχετικά με παρόμοια μέτρα δεν είναι ξεκάθαρη. Μια παλαιότερη περίπτωση στη Γαλλία, που καθόρισε 35 ώρες εργασίας την εβδομάδα το 2000, είχε στόχο τη δημιουργία θέσεων εργασίας, αλλά οδήγησε σε αύξηση του κόστους εργασίας.

Πηγή: documentonews.gr